Προς:
Δικηγορικό Σύλλογο Κέρκυρας
Κέρκυρα, 11-2-2011

Η συζήτηση για την απελευθέρωση των υπηρεσιών γενικά αλλά και ειδικότερα του δικηγορικού επαγγέλματος δεν ξεκίνησε τα τελευταία χρόνια, ούτε βέβαια προέκυψε από το Μνημόνιο. Αντίθετα:
1) στη σύνοδο της Λισαβόνας το 2000 διακηρύσσεται η στρατηγική για την επίτευξη μιας «ανταγωνιστικής αγοράς υπηρεσιών» σύμφωνα με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ,
2) το 2001 η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μεθόδευσε μεταρρυθμίσεις για τα «κλειστά» επαγγέλματα, η απελευθέρωση αποτελεί προγραμματική θέση του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ,
3) ακολουθεί η οδηγία 2006/123/ΕΚ (γνωστή ως οδηγία Μπολκεστάιν) που ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το νόμο 3844/2010, 4) έπεται το Μνημόνιο.
Σήμερα, με το σχέδιο νόμου για το δικηγορικό επάγγελμα προωθούνται τα ίδια ακριβώς μέτρα, που περιγράφονται στα παραπάνω κείμενα.
-- Καθιερώνεται ως κανόνας η ελεύθερη διαπραγμάτευση για τον καθορισμό της αμοιβής, με γραπτή συμφωνία με τον πελάτη και καταργούνται οι ελάχιστες αμοιβές. Μόνο στην περίπτωση που δεν υπάρχει γραπτή συμφωνία, θα ισχύουν οι λεγόμενες «νόμιμες αμοιβές». Μέχρι σήμερα ίσχυε ένα κατώτατο όριο στη δικηγορική αμοιβή, κάτω από την οποία δεν επιτρεπόταν αντίθετη συμφωνία και μάλιστα ο δικηγόρος είχε υποχρέωση προείσπραξής της και προσκόμισης του σχετικού γραμματίου στο Δικαστήριο ή το Συμβολαιογράφο. Στην κατώτερη ή ελάχιστη αυτή αμοιβή, το 15% ήταν φόρος (δηλαδή γινόταν παρακράτηση φόρου στην πηγή) και το 12% ήταν εισφορές στους οικείους δικηγορικούς συλλόγους και τα ασφαλιστικά ταμεία. Με το σχέδιο νόμου διατηρείται η υποχρέωση προκαταβολής από το δικηγόρο των παραπάνω εισφορών, οι οποίες θα υπολογίζονται σύμφωνα με ένα «ποσό αναφοράς» καθοριζόμενο με υπουργική απόφαση.
-- Καταργούνται τα τοπικά όρια στην άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος, δηλαδή κάθε δικηγόρος θα μπορεί να παρίσταται στα δικαστήρια όλης της χώρας και όχι, όπως ίσχυε μέχρι τώρα, μόνο στα δικαστήρια της περιφέρειας του Δικηγορικού Συλλόγου στον οποίο είναι εγγεγραμμένος.
-- Ενισχύονται οι δικηγορικές εταιρείες με πανελλαδική εμβέλεια, στις οποίες θα μπορούν πλέον να μετέχουν και να αναπτύσσουν δραστηριότητα δικηγόροι από δικηγορικούς συλλόγους όλης της Ελλάδας, παρά την υποκριτική απαγόρευση ίδρυσης υποκαταστημάτων στην Ελλάδα, απαγόρευση που δεν ισχύει για το εξωτερικό.
Το «άνοιγμα» του δικηγορικού επαγγέλματος κατοχυρώνει τη διαμόρφωση, που ήδη συντελείται, του μοντέλου της μεγάλης δικηγορικής εταιρείας - επιχείρησης, που με ένα ικανό και ευέλικτο υπαλληλικό προσωπικό, συχνά χαμηλόμισθο και χωρίς εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, θα μπορέσει να κυριαρχήσει στο περιβάλλον της ανταγωνιστικής ελεύθερης αγοράς. Αλλωστε ήδη πολλοί δικηγόροι, που κάτω από το μανδύα του «συνεργάτη» απασχολούνται ως μισθωτοί, βιώνουν αυτή την πραγματικότητα.



Το μοντέλο αυτό εξυπηρετεί την ανάγκη συσσωρευμένων κεφαλαίων για επωφελείς επενδύσεις στον τομέα των υπηρεσιών, χωρίς να σκοντάφτουν σε οποιαδήποτε αντικίνητρα, όπως οι ελάχιστες αμοιβές και οι γεωγραφικοί περιορισμοί (βλ. απαιτήσεις ΣΕΒ, ΕΒΕΑ). Τώρα λύνονται τα χέρια στις μεγάλες δικηγορικές εταιρείες να σαρώσουν όλη την επικράτεια με τους «συνεργάτες» τους, την ίδια στιγμή που αυτό είναι αδύνατο για τον αυτοαπασχολούμενο δικηγόρο με χαμηλά ήδη εισοδήματα. Θα ακολουθήσει το γνωστό σενάριο με τη συγκέντρωση και μονοπώληση της ύλης, την υπαλληλοποίηση με τους χειρότερους όρους των μικρών και μεσαίων δικηγόρων και τον εξοβελισμό αρκετών από το επάγγελμα. Ετσι, οι νομικέςυπηρεσίες θα μπορέσουν πράγματι όχι μόνο να λειτουργήσουν ως πηγή κέρδους για το μεγάλο κεφάλαιο, αλλά ταυτόχρονα θα γίνουν και πιο φτηνές γι' αυτό, όπως π.χ. για τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρείες που θα μπορούν πλέον να πληρώνουν τους συνεργάτες τους - δικηγόρους με αμοιβές κάτω από το σημερινό γραμμάτιο προείσπραξης.
Την ίδια στιγμή οι δικηγορικές υπηρεσίες όχι μόνο δε θα γίνουν πιο φτηνές για το λαό, αλλά θα ακριβύνουν κατακόρυφα, σε συνδυασμό άλλωστε με το συνεχώς αυξανόμενο κόστος των δικαστικών εξόδων (βλ. πρόσφατες υπέρογκες αυξήσεις των παραβόλων στην ποινική και διοικητική δίκη, ακόμη και για την κατάθεση μιας μήνυσης!).
Οι αλλαγές στο δικηγορικό επάγγελμα συνδέονται αναπόσπαστα με τις συνολικές αναδιαρθρώσεις που προωθούνται στο χώρο της Δικαιοσύνης και του αστικού κράτους. Μέσα από έναν καταιγισμό νομοθετημάτων επιδιώκεται η αντικατάσταση μέρους της δικαιοδοσίας των δικαστηρίων, με εξωδικαστικές, πιο ευέλικτες και αποτελεσματικές για το κεφάλαιο μορφές ρύθμισης των σχέσεων (π.χ. θεσμοί διαμεσολάβησης και ποινικής συνδιαλλαγής). Ταυτόχρονα, η Δικαιοσύνη, μέσα στις συνθήκες της καπιταλιστικής κρίσης, ρίχνει όλο και περισσότερο τη μάσκα της ανεξαρτησίας και προβάλλει απροκάλυπτα πλέον το πραγματικό ταξικό της πρόσωπο: παγίωση κήρυξης όλων των απεργιών ως παράνομων και καταχρηστικών, διαμόρφωση μιας όλο και περισσότερο αντεργατικής νομολογίας, ποινικοποίηση των εργατικών και λαϊκών αγώνων. Το μοντέλο της μεγάλης δικηγορικής εταιρείας εναρμονίζεται ιδανικά σ' αυτό το εκσυγχρονισμένο για τα συμφέροντα του κεφαλαίου κράτος.
Το  ΚΚΕ ανέκαθεν αντιμετώπιζε τη λεγόμενη απελευθέρωση των υπηρεσιών γενικά και του δικηγορικού επαγγέλματος ειδικά, ως συστατικό στοιχείο της συνολικά ακολουθούμενης αντιλαϊκής πολιτικής, ως στρατηγική επιδίωξη του κεφαλαίου για την επέκταση της δράσης του σε κερδοφόρους τομείς υπηρεσιών και την κατοχύρωση των όρων συγκέντρωσης και συγκεντροποίησής του σε βάρος της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων.
Για αυτό και είμαστε κάθετα αντίθετοι σε τέτοιου είδους «απελευθερώσεις».


Με εκτίμηση ο βουλευτής του ΚΚΕ
Χαράλαμπος Χαραλάμπους