Έπειτα από τις πρόσφατες εξελίξεις σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, οι οποίες συγκλόνισαν την Ελληνική κοινωνία, η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος κατά τη σημερινή συνεδρίασή της στην Αθήνα προέβη σε
αποτίμηση της διαμορφωθείσας κατάστασης και κατέληξε στο εξής κείμενο ψηφίσματος.
Ο Δικηγορικός κόσμος της χώρας έχει – εκ του θεσμικού του ρόλου – δικαίωμα να παρεμβαίνει σε κάθε ζήτημα μείζονος κοινωνικού ενδιαφέροντος. Πιστός στην ιστορία που έχει διαχρονικά διαγράψει ο κλάδος αναφορικά με την προάσπιση των ατομικών δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, δεν μπορεί να παραμένει απαθής έναντι στη διαρκώς επιχειρούμενη αποδόμηση κάθε έννοιας κράτους δικαίου και στην εν τοις πράγμασι απαξίωση των δημοκρατικών θεσμών.
Στο πλαίσιο αυτό:
• Εκφράζουμε την έντονη θεσμική μας ανησυχία για το γεγονός ότι η χώρα μας, γενέτειρα των δημοκρατικών παραδόσεων, μετατρέπεται βαθμιαία σε μία χώρα στην οποία οι αρχές του κοινωνικού κράτους και του κράτους δικαίου (οι οποίες αποτυπώνονται και κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα, στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και στο Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα του ΟΗΕ), παραμερίζονται επιδεικτικά και όλως ανερυθρίαστα υπό την πίεση των επιταγών της διαβόητης «τρόικα», η βούληση της οποίας τείνει πλέον να καταστεί ένα είδος «παρασυντάγματος» υπέρτατης τυπικής ισχύος, κατά πλήρη καταστρατήγηση κάθε έννοιας εθνικής κυριαρχίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το σχέδιο νόμου που προωθεί προς ψήφιση στη Βουλή το Υπουργείο Δικαιοσύνης και φέρει τον ψευδεπίγραφο τίτλο «Για τη Δίκαιη Δίκη και την εύλογη διάρκεια αυτής»: Ένα υπαρκτό πρόβλημα, αυτό της καθυστέρησης στην απονομή της Δικαιοσύνης, για τη διόγκωση του οποίου η Πολιτεία φέρει την αποκλειστική ευθύνη λόγω της πολυετούς της αδράνειας, χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για την επιβολή ρυθμίσεων που καταλήγουν να φαλκιδεύουν το δικαίωμα δικαστικής προστασίας των πολιτών, δυσχεραίνοντας την άσκησή του μέσω της θέσπισης αυξημένων παραβόλων και άλλων μέτρων, που αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση εισπρακτικών και μόνο στόχων.
• Καταγγέλλουμε την εν τοις πράγμασι παρατηρούμενη πλήρη σχεδόν υποταγή του πολιτικού συστήματος της χώρας σε μία νέας μορφής κατοχή, υπό τη συνεχή θέση εκβιαστικών διλημμάτων εκ μέρους των δανειστών μας, που κατατείνουν στη δημιουργία ενός κλίματος εκφοβισμού των πολιτών, κλονίζοντας την κοινωνική συνοχή.
• Αποκρούουμε τις κοινωνικές εντάσεις και την πρόκληση επεισοδίων, οι οποίες επιτείνουν το δυσμενές κλίμα και συντελούν στον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης από τα πραγματικά προβλήματα.
• Σημειώνουμε τον έντονο νομικό προβληματισμό μας για την εσχάτως επιχειρούμενη απαξίωση των δημοκρατικών θεσμών και την προσπάθεια παραμερισμού της δυνατότητας του κυρίαρχου λαού να εκφράσει τη βούλησή του μέσω εκλογών, κατάσταση που ισοδυναμεί με επίταση της δυσαρμονίας προς τη λαϊκή βούληση.
• Διακηρύσσουμε τη συμπαράστασή μας προς το μέσο συμπολίτη μας, που πλήττεται διαρκώς από μέτρα «μνημονιακής» σύλληψης, τα οποία καταργούν δικαιώματα και κατακτήσεις ετών και απομειώνουν εισοδήματα, αποδιοργανώνοντας έτσι πλήρως τον κοινωνικό ιστό και αδιαφορώντας για την οικονομική εξαθλίωση που συνεπάγονται.
Είναι πλέον προφανές ότι το διακύβευμα δεν έγκειται στη διαφύλαξη κλαδικών συμφερόντων. Ο λόγος που αρθρώνουμε είναι βαθιά θεσμικός. Ίσως αυτή είναι και η αιτία για την οποία σχεδιάζεται – από γνωστούς κύκλους εξωθεσμικών παραγόντων και μεγάλων συμφερόντων – ο αφανισμός του δικηγορικού λειτουργήματος και η χειραγώγηση, ή ακόμα και διάλυση, των Δικηγορικών Συλλόγων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ