Την προηγούμενη Πέμπτη δόθηκε προς διαβούλευση το φορολογικό νομοσχέδιο. Σας γνωστοποιούμε το άρθρο 20 αυτού που αναφέρεται στους δικηγόρους, το οποίο περιλαμβάνει σημαντικές ρυθμίσεις που πρέπει να προσεχθούν διότι ανατρέπουν τα μέχρι τώρα γνωστά και θα απασχολήσουν άμεσα τον κλαδο.
ΑΡΘΡΟ 20 ΠΑΡ. 7 ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ
7. α. Στοιχεία κάθε έγγραφης συμφωνίας περί αμοιβής για την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών σχετιζομένων με
την έναρξη και διεξαγωγή της δίκης, είτε για μέρος ή για κατ’ ιδίαν πράξεις αυτής ή κάθε άλλης φύσεως νομικές υπηρεσίες δικαστικές ή εξωδικαστικές που υποχρεωτικά συνάπτεται μεταξύ του δικηγόρου και του εντολέα του κατατίθεται υποχρεωτικά στον οικείο δικηγορικό σύλλογο. Στα στοιχεία αυτά υποχρεωτικά περιλαμβάνονται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση, το Α.Φ.Μ. κάθε εντολέα του, το είδος της παρεχόμενης υπηρεσίας και η συμφωνηθείσα αμοιβή.
β. Επί των ποσών των συμβατικών αμοιβών υπολογίζεται προκαταβλητέος φόρος με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό αυτών, ο οποίος εισπράττεται από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους.
Δεν υπολογίζεται προκαταβλητέος φόρος:
αα) Επί των αμοιβών για παραστάσεις, καθώς και για κάθε άλλη νομική υπηρεσία που παρέχουν δικηγόροι οι οποίοι συνδέονται με τον εντολέα τους με σύμβαση έμμισθης εντολής και αμείβονται με πάγια αντιμισθία.
ββ) Επί των αμοιβών στις περιπτώσεις των εργατικών και αυτοκινητικών
υποθέσεων, όπου ο δικηγόρος αμείβεται με εργολαβικό συμβόλαιο, εφόσον
υποβάλλει αντίγραφο του συμβολαίου αυτού στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία. Το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οι δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί κοινής ωφελείας, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου υποχρεούνται να παρακρατούν φόρο εισοδήματος με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί της αμοιβής του δικηγόρου.
γ. Ομοίως, παρακρατείται φόρος εισοδήματος με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί οποιουδήποτε ποσού εισπράττει ως μέρισμα ο δικηγόρος από το δικηγορικό σύλλογο ή από ταμείο συνεργασίας ή διανεμητικό λογαριασμό οποιασδήποτε νομικής μορφής.
δ. Αν ο εντολέας για υποθέσεις που αναθέτει σε δικηγόρο υποχρεούται κατά νόμο να προβεί σε παρακράτηση φόρου, οι διατάξεις του άρθρου 58 του ν. 2238/1994 εφαρμόζονται μετά την αφαίρεση της αμοιβής που αναγράφεται στην έγγραφη συμφωνία από το ακαθάριστο ποσό που δικαιούται ο δικηγόρος.
ε. Για την απόδοση του προκαταβλητέου φόρου που εισπράχθηκε και του φόρου που παρακρατήθηκε από τους δικηγορικούς συλλόγους εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 59 του ν. 2238/1994 και την ευθύνη για την απόδοση αυτή φέρει ο πρόεδρος του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Για την απόδοση του φόρου που παρακρατήθηκε από τους υπόχρεους της υποπερίπτωσης ββ της περίπτωσης 40 β΄ του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 60 του ν. 2238/1994. Μαζί με την οικεία δήλωση απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου του προηγούμενου εδαφίου γνωστοποιείται στην αρμόδια δημόσια οικονομική
υπηρεσία και αντίγραφο της απόφασης του δικαστηρίου.
στ. Μέχρι την 20η ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου κάθε έτους ο δικηγόρος
υποχρεούται να υποβάλλει, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας
κατάσταση των έγγραφων συμφωνιών που έχει συνάψει με τους εντολείς του, κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση, το Α.Φ.Μ. κάθε εντολέα του, το είδος τηςπαρεχόμενης υπηρεσίας και η συμφωνηθείσα αμοιβή.
ζ. Οι δικηγορικοί σύλλογοι υποχρεούνται να υποβάλλουν μέχρι την 20η ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου κάθε έτους με την χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας,κατάσταση των έγγραφων συμφωνιών που έχουν συνάψει οι δικηγόροι με τους εντολείς του, κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση, το Α.Φ.Μ. κάθε εντολέα του, το είδος της παρεχόμενης υπηρεσίας και η συμφωνηθείσα αμοιβή. Την ευθύνη για την υποβολή αυτή φέρει ο πρόεδρος του οικείου δικηγορικού συλλόγου.
η. Η ισχύς των διατάξεων των περιπτώσεων α έως ζ έχουν εφαρμογή από
1.7.2011.
θ. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζεται ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής των καταστάσεων, το περιεχόμενο αυτών, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.